Από όλες τις ιστορίες που “ζώνουν” τις ημέρες των Χριστουγέννων,αυτή που πάντα πιο πολυ με γοήτευε και με τραβούσε,ήταν αυτή με τα καλικατζαράκια στα κεραμίδια.
Ούτε τα δέντρα και οι φάτνες,ούτε οι μάγοι με τα δώρα,ούτε τα έλκηθρα με τον Κόκκαλη στα γκέμια με μια κόκα-κόλα στο χέρι να καγχάζει:’χο-χο-χο”.
Ο νούς μου ήταν πάντα στους γλυκούς καλικατζαραίους.
Φανταζόμουν μικρός ότι είμαι ένα απο αυτά τα ξωτικά,που έρχονται να γελάσουν με την καρδιά τους με τα χάλια του Μαλάκα.
Στους παράξενους αυτούς επισκέπτες,για λίγες μέρες το χρόνο.
Στα μικρά,δύσμορφα αυτά τερατάκια. Τα μεταξύ ανθρώπου και ζώου όντα,με τα πολύχρωμα κουρέλια και τις καραμούζες και τα τύμπανα στα χέρια,να χοροπηδούν πάνω στα κεραμίδια. Κοροιδεύοντας τον μαλάκα τον άνθρωπο με τα ανόητα παραμύθια που πλέκει προκειμένου να δικαιολογήσει προχειρα-πρόχειρα για την απανθρωπιά του.
Αλληλοσφάζονται οι μαλάκες και μετά αλληλεύχονται “υγεία πάνω από όλα”. Ε ρε θόρυβος στα κεραμίδια!
Ο ένας κλέβει τον άλλον και ξαφνικά,κατά τις 24 του μήνα,σαν να πατάνε διακόπτες άδειους σφίγγουν τα χέρια και ξεσφίγγουν βιαστικά τα πρόσωπα λέγοντας “ευτυχία και κάθε επιτυχία”.
Λωρίδες κόβει ό ένας τον άλλον όταν χρειαστεί,αλλά-προς θεού- τις αγίες αυτές ημέρες,όλοι σχεδόν φοράνε από μια μάσκα και προσπαθούν μάταια να μοιάσουν στους καλικάτζαρους, που κλαίνε από τα γέλια πάνω στις στέγες.
Τέζα από τα γέλια τα καλικατζαράκια στα κεραμίδια. Ανάσκελα να κρατάνε τις κοιλίτσες τους από τα εκατομμύρια όμοια σύντομα ανέκδοτα που ακούγονται από παντού και λέγονται “ευχές”.
Ειδικά αυτό το “και του χρόνου” που λένε στο τέλος,όταν ακούγεται, μπορεί και να σκοτώσει δέκα καλικάτζαρους με μιας, από τα ακατάσχετα γέλια.
“και του χρόνου”… “ξέρεις τι εννοούν…πάλι τα ίδια. Πάλι κλέφτες,πάλι ψεύτες,πάλι σκοτωμοί και πάλι υποκριτές…αλλά όμως…”και του χρόνου”. Πάλι εδώ δηλαδή. Πάλι στα κεραμίδια εμείς,πάλι θα σκάσουμε από τα γέλια,πανάθεμά τους.