Γράφει σε κάποιο ποίημά του ο Τάσος Λειβαδίτης: Τα βράδια πλανιέμαι στους δρόμους, ανακαλύπτοντας ωραίες θλίψεις γι’ αύριο.
Πόσα τέτοια βράδια δεν έχουμε περάσει όλοι μας, σε κάποια φάση της ζωής μας. Και τελικά, γινόμαστε καθ’ έξιν μελαγχολικοί, η συλλογή πηγών θλίψης γίνεται πάγιο τμήμα της καθημερινότητάς μας, μερικές φορές μάλιστα καθίσταται αναγκαία δραστηριότητα. Κατά ένα ιδιαίτερα παράξενο τρόπο δε, όσο η οικονομική πραγματικότητα γίνεται όλο και πλέον δυσχερής, έχουμε την τάση να αναζητούμε όλο και πιο επίμονα τις «ωραίες θλίψεις», ενώ θα ήταν χίλιες φορές προτιμότερο να αναζητούμε τις χαρές, ακόμη και τις άσχημες!
Αυτές οι χαρές ούτε δυσδιάκριτες είναι, αλλά ούτε και σπάνιες: βρίσκονται παντού, όχι μόνο στο γαλάζιο ουρανό που μας προσφέρει πλουσιοπάροχα ο καιρός στην χώρα μας, αλλά ακόμη και στο αβίαστο χαμόγελο του διπλανού μας που θα το φιλοξενήσουμε όσο χρειάζεται και στα δικά μας χείλη για να το προσφέρουμε λίγο αργότερα στον περαστικό απέναντι.
Για να είμαστε εξηγημένοι, το άνοιγμα της θύρας σε μια τέτοια λυτρωτική επιλογή θέλει θάρρος: ελλοχεύει ο κίνδυνος οι ανύποπτοι συνοδοιπόροι να μας εκλάβουν για ελαφρόμυαλους και άβρεχτους από ανθρώπινο πόνο, πράγμα που, στην πραγματικότητα, μπορεί να απέχει από την αλήθεια ένα εκατομύριο έτη φωτός. Μην απελπίζεστε και μην το βάζετε κάτω, το μερίδιό σας στην ανθρώπινη δυστυχία δεν μπορεί κανείς να σας το πειράξει! Δεν είναι κατ’ ανάγκη τιμωρία, μπορεί ακόμη και ευλογία να είναι με το πέρασμα του χρόνου.
Ο ίδιος ποιητής, άλλωστε, γράφει κάπου αλλού: πρέπει να είσαι προικισμένος για τη δυστυχία!