— Που θα τα βρεις γιε μου…;
— Θα δουλέψω μάνα. Οταν βγω με το καλό,θα ψάξω για μεροκάματο…
— Μα 500 ευρώ; Και με τρία κεκλεισμένων; Ποιος αναθεματισμένος το σκέφτηκε…; Εκείνος ο Καραμούζας μάλλον. Εδώ μου κάθεται αυτός. Στο στομάχι.
–Δεν φταίει αυτός μάνα. Ο “άλλος” τα κάνει όλα. Ο “κουροπαλάτης”. Που θέλει να φτιάξει το “εξοχικό” του με τα λεφτά και τους κόπους μας. As usual..
— Ξέρεις Αγγλικά γιέ μου;
— Οχι μάνα. Απο μια ταινία το θυμάμαι. Τέλος πάντων. Κοίταξε σε παρακαλώ να βρεις εκείνο το δικηγόρο που μου λες….
–…Τον Λυσάνδρου λες…που λύσσα κακιά να τον πιάσει.
— Α, μπράβο. Αυτόνα. Μα τώρα που το σκέφτομαι,έχεις δει ρε μάνα τί φάτσες έχουν όλοι αυτοί εκεί μέσα; Ακόμα και το ψοφόσκυλό μας δείχνει πιο συμπαθητικό.
— Εχεις δίκιο. Μάλλον το κάνουν επίτηδες οι δυο “μορφονιοί”.
— Ποιους λες;
— Ο “Μπόλεκ” και ο “Λόλεκ”.
–Ααα…
— Για να φάινονται ωραιότεροι. Δεν δέχονται δίπλα τους άνθρωπο “κανονικό”. Ολους με κουσούρια μαζεύουν γύρω τους…
— Δεν έχεις άδικο. Αμα δεις εκείνον τον επι της επικοινωνίας, θα τρομάξεις μάνα.
— Τον είδα πριν δέκα μέρες. Μπουκιά δεν έβαλα από τότε στο στόμα μου..
— Και θέλουνε και διαρκείας και κόσμο στο γήπεδο. Κανονικά θα έπρεπε να τους πληρώνουν όσους είναι αναγκασμένοι να τους κοιτάζουν. Κάτι σαν αποζημείωση. Η σαν ηθική βλάβη.Τέλος πάντων. Βρες λοιπόν εκείνον τον Λυσάνδρου, ή Λυσσάνδρου πως τον λένε…Και πέσ’του να κάνει οτι μπορεί να με βγάλει από ‘δω μέσα. Και εγώ,πέσ’του, θα κάνω ότι μπορώ όταν βγω με το καλό. Μέχρι και στο “πέταλο” θα πάω να δουλέψω…
— Οχι…όχι εκεί γιέ μου. Σε παρακαλεί η μάνα σου. Στα γόνατά σου πέφτω. Πήγαινε οπουδήποτε αλλού. Οχι εκεί.
— Και που να πάω; Να γίνω υπάλληλος με το κουστουμάκι μου και να βολοδέρνω στα γραφεία του “αλλουνού”; Οπως όλους αυτούς που έχει μαζέψει εκεί μέσα σαν δούλους και γελάει μαζί τους; Οχι μάνα. Καλύτερα στα “ξένα”. Το ψωμί εκεί είναι πιο πικρό,αλλά πιο καθαρό.
— Μα και εκεί, “δικοί” του δεν είναι;
— Ναι, αλλά εκεί έχει “εκτός έδρας”. Μπόνους…πως διάολο τα λένε. Σε ένα-δυο χρονάκια θα καταφέρω να κάνω κομπόδεμα.
— Τι να σου πω γιέ μου. Κάνε ότι καταλαβαίνεις. Μόνο πριν φύγεις με το καλό για το “πέταλο”,να σου βάλω δυο αλλαξιές ν’άχεις και μια κάρτα φίλου να σε φιλάει.
— Δεν τα χρειάζομαι μάνα. Ρούχα δεν φοράνε εκεί. Είναι μισόγυμνοι πάντα,σαν θερμαστές. Ούτε και κάρτα χρειάζομαι. Η κάρτα είναι για τους “άλλους”. Εχω την Παναγιά μαζί μου.
— …Τη Σουμελά;
— Οχι.Αυτήν την έχει ο “άλλος”. Εγώ έχω τη “Μπαφιώτισσα”.
— Δεν την έχω ματακούσει.
— Δεν είναι πολύ γνωστή. Θα σου φέρω μερικά φύλλα όταν βγω.
— Καλά γιε μου. Οπως αγαπάς. Πάω εγώ τώρα.Μεθαύριο που βγαίνεις,θα σε περιμένω όξω στην πύλη. Θα πω και στην Αγγελική να έρθει…την θυμάσαι φαντάζομαι την Αγγελικούλα. Μαράζωσε το κακόμοιρο να σε περιμένει.
— Α, ρε μάνα. Α ρε μάνα τί τραβάω για σένα. Ηθελα να’ ξερα, γιατί σε γέννησα.
Χαχαχαχα……ο αμλετ της σελήνης…….
Αγγελικουλα ζάχαρη Αγγελικουλα μέλι……
Που ειναι η αδεια ρε,ιουνιο δεν ειπε ο ανδριοτετοιος? Πως βγαζεις διαρκειας με τη σταμπα της αγια σοφιας χωρις να εχεις αδεια στα χερια σου?
Για αλλο ενα καλοκαιρι θα φαμε τον παπα του αιωνα με το γηπεδο,θα βγει η αδεια και μετα θα μας τρεχουν με μηνυσεις στα δικαστηρια για να μπλοκαρουν το εργο,γνωστο το στορυ πλεον.
Προς “ανώνυμο”: Εντάξει και συ τώρα! Εδώ πέρασαν τόσα χρόνια από όταν πρωτοέδειξαν την μακέτα. Σε λίγους μήνες θα κωλώσουμε; Η άδεια θα βγει. Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Οπως και κάποια στιγμή το έργο θα ξεκινήσει και κάποια στιγμή θα ολοκληρωθεί. Εδώ έφτασε το ρεύμα και στο πιο απομακρυσμένο χωριό και η άσφαλτος καλύπτει πλέον τους κυριότερους δρόμους. Εχεις δει γυνάικα με στάμνα στον ώμο πλέον,ή άνθρωπο με λυχνάρι ανα χείρας; Οχι.
Ολα κάποια στιγμή γίνονται.
Απο μας εξαρτάται η ταχύτης. Αν είχαμε συμπληρώσει το απαραίτητο κοντίλι που ονειρεύεται και υπολογίζει ο “μεγιστάνας” με τις σαγιονάρες, οι μπουλντόζες θα έσκαβαν. Ισως να είχαμε κάνει και εγκαίνια.
Δεν φτάνει που δεν βάζετε το χέρι στην τσέπη να βοηθεισετετο Μήτσο, παραπονιόσαστε κι όλας.
Απορώ πως αντέχει με εμάς αυτός ο άνθρωπος. Απόρώ τι τον κρατάει και δεν μας παρατάει. Χαρα στο κουράγιο του.